ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
 
Αθήνα 21-8-2019
αρ. πρωτ. 594
 
 
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΟΥ ΣΕΑ 
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΡ. ΠΡΩΤ.ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/ΔΙΠΚΑ/ΤΠΚΑΧΜΑΕ]/176797/12392/3539/1338/16-5-2019 ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ “ΈΓΚΡΙΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ “ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΠΟΛΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ – ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ”, ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
 
Με την εσπευσμένη  εισαγωγή  της εξέτασης του θέματος 'Αίτηση θεραπείας κατά της αρ. πρωτ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/ΔΙΠΚΑ/ΤΠΚΑΧΜΑ/176797/12392/3539/1338/16-5-2019Υπουργικής Απόφασης σχετικά με την “Έγκριση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου “Εφαρμογή του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά-Περιφέρειας Αττικής'  στην 1η συνεδρία τού υπό νέα σύνθεση Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, υποχρεωμένος, στο πλαίσιο πάντοτε που ορίζει το καταστατικό του, να υπερασπισθεί το πολιτιστικό περιβάλλον του Ελληνικού, καταθέτει ένα ακόμη Υπόμνημα για τα αυτονόητα, την τήρηση, δηλαδή, της ισχύουσας Αρχαιολογικής Νομοθεσίας και των θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος.
Η εξέταση της εν λόγω υπόθεσης πραγματοποιείται και πάλι εν μέσω του δυσάρεστου κλίματος επιθέσεων από επιχειρηματικά και άλλα συμφέροντα, που επιμένουν να εθελοτυφλούν, θεωρώντας ότι η προστασία των αρχαιοτήτων δεν μπορεί να συνυπάρξει με την λεγόμενη ανάπτυξη ή ακόμη χειρότερα ότι εξ αιτίας των αρχαιοτήτων παρεμποδίζεται και καθυστερεί. Με την αντίληψη αυτή, η οποία αποτελεί πλέον πρόφαση για άλλες αμαρτίες και μεγεθύνεται συνεχώς από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δικαιολογούνται προφανείς και πραγματικοί λόγοι που εν τέλει διαπιστώνεται ότι δεν ευνοούν την ανάπτυξη.
Η προ διετίας κήρυξη τμήματος της έκτασης του Ελληνικού ως αρχαιολογικού χώρου, σύμφωνα με την αρχαιολογική νομοθεσία, μοναδικό σκοπό είχε τη συνύπαρξη αρχαιοτήτων και την οργάνωση του οικοδομήσιμου και προς εκμετάλλευση εν γένει χώρου από τους επενδυτές, χωρίς τις καθυστερήσεις και τα πισωγυρίσματα που παρατηρούνται όταν δεν εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα από τον Ν. 3028/2002.
Από καθαρά αρχαιολογική άποψη, είναι επίσης σαφές ότι, με τους όρους της πιο πρόσφατης  έκδοσης της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) σχετικά με την οργάνωση του Πάρκου, με τίτλο «Έγκριση γενικής οργάνωσης του Μητροπολιτικού Πάρκου Πρασίνου και Αναψυχής του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσμά, και των περιβαλλοντικών όρων αυτού» (ΦΕΚ Β' 2792/04.07.2019, στη συνέχεια της Υ.Α. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/ΔΙΠΚΑ/ΤΠΚΑΧΜΑΕ/176797/ 123922/3539/
1338/16.5.2019, με τίτλο «Έγκριση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου “Εφαρμογή του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά”, Περιφέρειας Αττικής»), διασφαλίζεται το εντελώς αυτονόητο, η προστασία και ανάδειξη των μνημείων, με τη  εκ του νόμου επιβεβλημένη  συμμετοχή των αρμόδιων υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ στην περιβαλλοντική αδειοδότηση των κτηριακών ενοτήτων και στην έγκριση των μελετών στο περιβάλλον των μνημείων.
Φαίνεται, όμως, ότι αυτό, που ισχύει για όλους τους υπόλοιπους πολίτες,  δεν «άρεσε» στους επενδυτές, οι οποίοι εν τέλει επιδιώκουν την ανέγερση των κτηριακών ενοτήτων, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνεται και  ένα υψηλό κτήριο, ερήμην της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Η τυχόν ικανοποίηση της εξεταζόμενης σήμερα Αίτησης θεραπείας, είναι φανερό ότι θα συμπαρασύρει και τις επόμενες δύο ΚΥΑ που αφορούν τις ζώνες πολεοδόμησης και ανάπτυξης, αποτελώντας ενδεχομένως προηγούμενο και για άλλες επενδύσεις στο πλαίσιο των χωρικών ρυθμίσεων, με κίνδυνο να μην εξασφαλίζεται επαρκής προστασία των αρχαιολογικών χώρων.
Οι μελλοντικές οικοδομικές εργασίες στον χώρο του Ελληνικού, στον κηρυγμένο χώρο του Αγίου Κοσμά και στην έκταση του Μητροπολιτικού Πόλου, διεξάγονται αναμφισβήτητα πλησίον μνημείων (άρθρο 10 του Ν. 3028/2002), τα οποία ούτως ή άλλως εντάσσονται στο ευρύτερο Αττικό τοπίο, στο βάθος του οποίου δεσπόζει ο ιερός βράχος του παγκοσμίου αξίας αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης των Αθηνών, βάσει της Διεθνούς Σύμβασης για την προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής κληρονομιάς (Παρίσι 1972), που κυρώθηκε μετον Ν. 1126/1981, αλλά οπωσδήποτε και σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος.
Επειδή κάθε υπερμεγέθης οικοδομή, πόσο μάλλον το 200 μέτρων ύψους τείχος με τους ουρανοξύστες στο παράκτιο Αττικό μέτωπο του Ελληνικού, θα βρίσκεται σε συνεχή διάλογο και αλληλεπίδραση  με τον ιερό βράχο της Ακρόπολης των Αθηνών, αλλά και εντός του περιβάλλοντος των διάσπαρτων μνημείων νεότερων και αρχαίων του ίδιου του Ελληνικού, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι υποχρεωμένος, να εκφράσει, στο πλαίσιο και της παραπάνω ισχύουσας νομοθεσίας την έντονη ανησυχία του.
Ο ρόλος του ΚΑΣ και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας κατά το στάδιο των εγκρίσεων σχεδίων χωρικής ρύθμισης είναι αναμφισβήτητος. Τα μνημεία, οι αρχαιολογικοί χώροι και οι ιστορικοί τόποι δεν μπορούν να ιδωθούν και να κατανοηθούν έξω από το περιβάλλον τους, έξω από τον χώρο που τα περιβάλλει και προς τούτο κατατείνει ο N. 3028/2002, σκοπεύοντας στη σύγκλιση μεταξύ πολεοδομικού σχεδιασμού και μιας πολιτικής προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Προς τούτο, η προστασία και η ανάδειξή τους προτάσσεται ως στόχος, μεταξύ άλλων, οποιουδήποτε επιπέδου χωροταξικού, αναπτυξιακού, περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού (αρ. 3 παρ. 2, ν. 3028/2002). Γι’ αυτόν, εξάλλου, τον λόγο ο ίδιος νόμος προϋποθέτει την κήρυξη και οριοθέτηση των αρχαιολογικών χώρων κατά το στάδιο της εκπόνησης των σχεδίων χωρικής ανάπτυξης, προκειμένου, όχι απλώς να ληφθεί υπ’ όψιν από τους μελετητές αλλά μάλιστα, να προωθηθεί ως στόχος του σχεδιασμού (αρ. 12 παρ. 2, ν. 3028/2002).
Το ΥΠΠΟ επιτελεί τον ρόλο αυτόν βασιζόμενο πάντα στην αρχαιολογική νομοθεσία και όχι σε γενικές διατάξεις περί προστασίας του περιβάλλοντος ή του φυσικού τοπίου. Στις ειδικές διατάξεις του αρχαιολογικού νόμου βασίστηκε, άλλωστε, και η αιτιολογία της ρήτρας περί του υπέρμετρου ύψους των ουρανοξυστών και της ανάγκης επανεξέτασής του. Η έκταση, η ένταση και η κλίμακα των επιχειρούμενων έργων και δραστηριοτήτων, ο μητροπολιτικός και μάλιστα υπερτοπικός χαρακτήρας της σχεδιαζόμενης επέμβασης στην πόλη, το μέγεθος και το εύρος του σχεδιασμού καθιστούσαν το έργο συνολικά «πλησίον» μνημείων κατά την έννοια του αρ. 10 του N. 3028/2002 και αιτιολογούσαν κατά την επιστημονική συνείδηση των μελών του ΚΑΣ τη διατύπωση σχετικής γνώμης. Ποιων μνημείων; Τόσο αυτών που βρίσκονται εντός των δύο κηρυγμένων και οριοθετημένων αρχαιολογικών χώρων αλλά και των κειμένων διάσπαρτα στο σύνολο της έκτασης του Μητροπολιτικού Πόλου, όσο και της ύπαρξης αρχαιοτήτων στο παράκτιο μέτωπο της Αττικής και ευρύτερα, του κορυφαίου μνημείου-τοπόσημου στον Βράχο της Ακρόπολης συμπεριλαμβανομένου.Τα παραπάνω μνημεία και χώροι συναποτελούν και συμπυκνώνουν την ιστορικότητα του αττικού τοπίου, του πολιτιστικού δηλαδή, ανθρωπογενούς περιβάλλοντος παγκόσμιας αρχαιολογικής αξίας.
Το άμεσο περιβάλλον του ακινήτου μνημείου περιλαμβάνεται στην έννοιά του, αποτελεί τμήμα του ορισμού του. Ειδικότερα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 περ. γγ του ν. 3028/2002, «Ως ακίνητα μνημεία νοούνται τα μνημεία που υπήρξαν συνδεδεμένα με το έδαφος και παραμένουν σε αυτό ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών, καθώς και τα μνημεία που βρίσκονται στο έδαφος ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών και δεν είναι δυνατόν να μετακινηθούν χωρίς βλάβη της αξίας τους ως μαρτυριών. Στα ακίνητα μνημεία συμπεριλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις, οι κατασκευές και τα διακοσμητικά και λοιπά στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους, καθώς και το άμεσο περιβάλλον τους». Εξάλλου, η προστασία του περιβάλλοντος χώρου των μνημείων προβλέπεται ρητά και στη Σύμβαση για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης (Σύμβαση της Βαλέτας), όπως ενσωματώθηκε με τον Ν. 2039/1992. Ειδικότερα, στο άρθρο 7 αυτής ορίζεται ότι «Στον χώρο ο οποίος περιβάλλει τα μνημεία, στοεσωτερικό των αρχιτεκτονικών συνόλων και των τόπων, κάθε συμβαλλόμενος υποχρεώνεται ναλάβειμέτρα, που θα αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος».
Με τις διατάξεις αυτές, οι οποίες κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος έχουν υπέρτερη του νόμου τυπική ισχύ, επιβάλλεται η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, στην οποία περιλαμβάνονται τόσο μεμονωμένα οικοδομήματα, όσο και αρχιτεκτονικά σύνολα και τόποι, κατά τα αναφερόμενα στις διατάξεις αυτές και, περαιτέρω, η μέριμνα για την ένταξη των προστατευόμενων αυτών στοιχείων στην οικονομική και κοινωνική ζωή του οικείου οικισμού και για την κατά το δυνατόν εναρμόνισή τους με τον πολεοδομικό ιστό του οικισμού.
Εκφράζουμε την ευχή η πρώτη συνεδρία αυτού του ΚΑΣ να αναγνωρίσει τη σημασία του πολιτιστικού τοπίου και ιδίως τη σημασία του περιβάλλοντος των μνημείων και του πολιτιστικού περιβάλλοντος εν γένει, ως αδιαίρετου συνόλου με την αρχιτεκτονική και αρχαιολογική κληρονομιά, σύμφωνα και με το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2000, σχετικά με την εφαρμογή της Σύμβασης για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς στα κράτη-μέλη,σύμφωνα με το άρθρο 2 περ. γγ του ν. 3028/2002 που συνδέει τα ακίνητα μνημεία με το έδαφος και παραμένουν σε αυτό, καθώς και τη Σύμβαση της Βαλέτας.
Εξαιρετικά σημαντικό, άλλωστε, είναι ότι οφείλουμε να έχουμε υπ’ όψιν μας  την αρχή της ισονομίας απέναντι σε όλους τους πολίτες και ότι για την εφαρμογή του Αρχαιολογικού Νόμου δεν μπορούν να ισχύουν δύο μέτρα και δυο σταθμά, άλλα για τους επενδυτές και άλλα για τους απλούς πολίτες.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, με την μακρά ιστορία του στους αγώνες για την προστασία των αρχαιοτήτων θα συνεχίσει, σύμφωνα με τους καταστατικούς του σκοπούς, να αγωνίζεται ανυποχώρητα, για την απόκρουση των λανθασμένων αντιλήψεων για την ανάπτυξη, όταν αυτές εγκυμονούν μη αναστρέψιμες βλάβες στα μνημεία και τις αλληλεπιδράσεις τους με τον περιβάλλοντα χώρο τους, το πολιτιστικό περιβάλλον τους, τον διάλογο με τα παγκόσμιας σημασίας μνημεία και αντιστρατεύονται θεμελιώδεις αρχές της ισονομίας των πολιτών.
Σε αυτήν την κατεύθυνση και συνεκτιμώντας τα προεκτεθέντα, καλεί και τα μέλη του που θα μετάσχουν στην περί ης ο λόγος συνεδρίαση να συστρατευτούν.
 
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ